Η παράσταση Παλιοκόριτσα βασίζεται σε τρία δημοτικά τραγούδια, τη Λιογέννητη, τη Σούσα και την Ανδρονίκη. Τρεις ιστορίες γυναικών που αρνήθηκαν να ζήσουν τη ζωή που αποφάσισαν οι άλλοι γι’ αυτές, που βίωσαν τη βία και την αδικία επειδή δεν συμμορφώθηκαν με τους κοινωνικούς κανόνες της εποχής τους. Τρία τραγούδια που στέκονται αγέρωχα και κοιτούν στα μάτια τον θύτη, χωρίς φόβο και ντροπή. Τα τραγούδια είναι η μνήμη μέσα στον χρόνο, είναι ο οίστρος που μας τσιγκλίζει και μας θυμίζει πως δεν είμαστε μόνοι. Τα τραγούδια είναι ο κόσμος της ανθρωπιάς. Είναι ο τρόπος που βρήκε ο κόσμος της συμπόνιας για να συμπαρασταθεί και να παρηγορήσει. Με τα τραγούδια επισημαίνεται η αληθινή συμπάθειά προς τα θύματα – αυτά που η κοινωνία δεν επιτρέπει. Το τραγούδι συνεχίζει τη δουλειά του όσο η κοινωνία επιμένει να κάνει τα στραβά μάτια. Υψώνει έναν καθρέφτη στην κοινωνία να δει το πραγματικό της πρόσωπο ελπίζοντας πως έτσι θα αποτρέψει το καινούριο κακό.
Υπάρχει αντρικός και γυναικείος «προορισμός», έμφυλες κλίσεις και ταλέντα; Είναι οι θετικές επιστήμες, η φαρμακευτική, η αρχιτεκτονική, η αστροφυσική κατάλληλες για κορίτσια;
Άνοιξη 1960, Μεσολόγγι. Μια ομάδα μαθητριών του Γυμνασίου Θηλέων διασχίζει τους δρόμους της πόλης αντιδρώντας στην ίδρυση Πρακτικού Γυμνασίου αποκλειστικά στο Αρρένων που θα απέκλειε τις ίδιες από τα μαθήματα θετικής κατεύθυνσης. Μια ιστορία γυναικών που γεννήθηκαν στην ελληνική περιφέρεια μετά το τέλος του Πολέμου, πάνω στο ξέσπασμα του Εμφυλίου, και οραματίστηκαν για τον εαυτό τους μια ζωή ισότιμη με τους άντρες. Κορίτσια αυτόφωτα και γι’ αυτό παράξενα για την εποχή τους αλλά και για τη δική μας, με τους έμφυλους ρόλους να ορίζουν ακόμα, παρά τον επιδερμικό τους μετασχηματισμό, το κυρίαρχο εθνικό αφήγημα. Ένα έργο για τη νιότη και τα ταλέντα που η φύση κρύβει μέσα στους ανθρώπους αδιαφορώντας για τόπο, χρόνο, φύλο ή κοινωνικά ήθη. Μια πρωτότυπη παράσταση εμπνευσμένη από αληθινές (κι αληθινά ελληνικές) ιστορίες.
Πού πάνε οι ιδέες που δεν πρόλαβαν να πάρουν οριστικό σχήμα; Οι ταινίες, τα θεατρικά έργα ή τα ποιήματα που δεν ολοκληρώθηκαν; Και οι άνθρωποι που φεύγουν πού πηγαίνουν; Τι γίνονται οι απολογισμοί που δεν έκλεισαν; Οι αποχαιρετισμοί που δεν έγιναν αγκαλιές; Μπορεί το ίχνος των απόντων να κατοικήσει το παρόν μας, ανοίγοντας ένα παράθυρο για να κοιτάξουμε στα μάτια το μέλλον; Τα παραπάνω ερωτήματα τροφοδότησαν την ιδέα για μια παράσταση, ένα έργο για το ανολοκλήρωτο της καλλιτεχνικής δημιουργίας που εξακολουθεί να τροφοδοτεί ως καύσιμη ύλη την τέχνη και την ίδια τη ζωή.
Πρόκειται για μια ποιητική σκηνική σύνθεση η οποία προτείνει έναν μεταδραματικό, υπερβατικό τόπο συνάντησης του απόντα/παρόντα δημιουργού με το ανολοκλήρωτο έργο του, τους ανθρώπους (του), την ανθρωπότητα. Αξιοποιώντας μια θραυσματική δραματουργία, η παράσταση παίρνει τις λέξεις –τις εικόνες, τους ήχους, τις έννοιες, τους στοχασμούς– που άφησαν σε εκκρεμότητα οι μεγάλοι «ποιητές» για να αναμετρηθεί με την υπαρξιακή, καλλιτεχνική και πολιτική αγωνία της ζωής που περνά, τελειώνει, κόβεται, ψηλαφώντας παράλληλα την παρηγορητική, ουμανιστική διάσταση της μεγάλης τέχνης.
Η παράσταση Αντιλογίες βασίζεται σε μια δραματουργική σύνθεση που συνυφαίνει την πλατωνική Απολογία με την Αληθινή απολογία του Σωκράτη του Κώστα Βάρναλη. Ο σύγχρονος Σωκράτης καλείται σε ανάκριση και απαντά αντλώντας από τη φιλοσοφική οξύνοια του Πλάτωνα και την αιχμηρή ειρωνεία του Βάρναλη. Μέσα από αυτόν τον σκηνικό διάλογο αναδεικνύεται μια διαχρονική αναμέτρηση: η σκέψη απέναντι στην εξουσία, η αλήθεια απέναντι στα ψεύδη, η ευθύνη απέναντι στον εφησυχασμό. Ο λόγος –φιλοσοφικός, ποιητικός, ανατρεπτικός– κυριαρχεί επί σκηνής, πλαισιωμένος από πρωτότυπη ζωντανή μουσική. Η παράσταση προσφέρει μια εμπειρία που γεφυρώνει δύο χιλιετίες στοχασμού, θέτοντας ξανά ερωτήματα που παραμένουν επίκαιρα: Τι είναι αλήθεια; Ποια η θέση του σκεπτόμενου ανθρώπου στην κοινωνία; Και πόσο κοστίζει σήμερα η αναζήτηση της αλήθειας;
Mε αφορμή ένα κυριακάτικο οικογενειακό τραπέζι που περιλαμβάνει ελληνικές γεύσεις ανθεκτικές στο πέρασμα των ετών, ξεπηδούν οι ιστορίες παραδοσιακών φαγητών και η πρόσληψή τους στο σήμερα. Εκεί όπου συναντιούνται και συναλλάσσονται οι διαφορετικές γενιές, αντιλαμβανόμαστε τους τρόπους που έχουν μεταβληθεί οι διατροφικές μας παραδόσεις αλλά και η ίδια η ζωή. Ο μουσακάς, οι πίτες, τα ντολμαδάκια και τα μπαχάρια της ξακουστής πολίτικης κουζίνας μάς φέρνουν στον νου τις ιστορίες των γιαγιάδων μας, ενώ η μπομπότα ή, αλλιώς, η πίτα των φτωχών μάς γυρίζει πίσω στη δύσκολη περίοδο της Κατοχής και τις προσπάθειες του ελληνικού λαού για επιβίωση. Παραδοσιακά ακούσματα μπλεγμένα με ήχους τηγανίσματος και κατσαρόλες που βράζουν, ιστορίες ανθρώπων και συνταγές που όλοι μας έχουμε δοκιμάσει δημιουργούν μια παράσταση φόρο τιμής στα τραπέζια που μας μεγάλωσαν.
Η βασίλισσα των Περσών Άτοσσα, ύστερα από ένα όνειρο που προμήνυε συμφορές για τον γιο της, ενημερώνεται πως ο στρατός της Περσίας καταστράφηκε. Στην εμφάνισή του από τον κάτω κόσμο, ο νεκρός άντρας της, ο Δαρείος, εξηγεί τους λόγους που οδήγησαν στην ήττα και τους προτρέπει να σταματήσουν τις επιθέσεις εναντίον των Ελλήνων.
Στη νέα παραγωγή του έργου ο Αισχύλος συνδιαλέγεται με το έργο του Σάμιουελ Μπέκετ Ευτυχισμένες μέρες. Η παράσταση δανείζεται την αριστουργηματική σύλληψη του Μπέκετ προκαλώντας ένα εντυπωσιακό μονοθέαμα με αυτούσια την ποίηση του Αισχύλου. Η βασίλισσα των Περσών, ακινητοποιημένη μες σ’ ένα βουνό αναμνήσεων, σταδιακά βυθίζεται μες στο σωρό των τραγικών γεγονότων του παρελθόντος. Πλάι της καθισμένος ο νεκρός σύντροφός της διαβάζει στην εφημερίδα τα ολέθρια νέα.
Η νέα αυτή δημιουργία μάς επιστρέφει στη σκέψη πως το παρελθόν μας είναι αδύνατον ν’ αποκοπεί από το μέλλον μας· ενυπάρχουν και τα δυο αυτούσια μες στο παρόν μας.
Η παράσταση Οι ρίζες της πορτοκαλιάς αποτελεί μια καλλιτεχνική τελετουργία που φέρνει στο προσκήνιο τη γυναικεία εμπειρία ως φορέα μνήμης, αντοχής, δημιουργίας. Παραδοσιακή και ηλεκτρονική μουσική, ζωντανή ερμηνεία, οπτικοακουστικά μέσα και θέατρο σκιών συνδιαλέγονται για να ανασυνθέσουν ιστορίες γυναικών, ιστορίες που επέζησαν, δημιουργώντας έναν ζωντανό οπτικοακουστικό ιστό όπου η σιωπή αποκτά βάρος και η φωνή αναδύεται μέσα από το σώμα.
Η γυναικεία μορφή δεν λειτουργεί μόνο ως σύμβολο αλλά και ως ενεργό υποκείμενο που επανεπινοεί την παράδοση. Εμπνευσμένη από το έργο του Χρυσόστομου Τσαπραΐλη Γυναίκες που επιστρέφουν και τα χαρακτικά του Φώτη Βάρθη, η παράσταση μετατρέπει την ατομική εμπειρία σε συλλογικό αφήγημα διεκδικώντας εκ νέου τον χώρο της γυναίκας στην ιστορία και την τέχνη, όχι ως σκιώδη ανάμνηση, αλλά ως ζωντανή πνοή που κινεί το μέλλον, μεταμορφώνοντας τη σιωπή σε φωνή και το βίωμα σε πράξη.
Δραματικόν ειδύλλιον εις πράξεις τρεις, μετ’ ασμάτων και χορών ελληνικών
Το δραματικό ειδύλλιο Ο μαγεμένος βοσκός του Σπυρίδωνος Περεσιάδη ζωντανεύει μέσα από μια σύγχρονη, λυρική ανάγνωση που αντλεί έμπνευση από τη μνήμη και την προφορική παράδοση.
Το έργο λειτουργεί ως όχημα για την επιστροφή στην τελετουργία, σε έναν παρελθόντα κόσμο όπου η φύση έχει φωνή και η μαγεία δοκιμάζει την αγάπη. Μέσα από μουσικά μοτίβα, γκροτέσκ μεταμορφώσεις και λαϊκούς ήχους, η παράσταση γίνεται ένας ύμνος στη μνήμη. Το παρελθόν γίνεται τόπος νοσταλγίας αλλά και εργαλείο επανεφεύρεσης του παρόντος, παραμένοντας ένα κομμάτι μας που συνεχώς μεταμορφώνεται.
Τρεις αδελφές επιστρέφουν στο νησί από όπου κατάγονται λόγω κληρονομικών ζητημάτων. Ο πατέρας τους έχει πεθάνει, δεν έχουν πλέον συγγενείς και η ζωή και των τριών είναι αποκλειστικά πλέον στην Αθήνα. Από μικρές ονειρεύονταν τη μεγάλη πόλη, την απόδραση για σπουδές, έρωτες και καλύτερες επαγγελματικές δυνατότητες. Η επιστροφή στο πατρικό τις φέρνει αντιμέτωπες με τη ζωή που έχουν διαλέξει, τις φαντασιώσεις των παιδικών τους χρόνων και τα πρόσωπα της παιδικής τους ηλικίας που τις καθόρισαν.
Αντλώντας έμπνευση από τις Τρεις αδελφές του Τσέχοφ, το νέο έργο προσπαθεί να φωτίσει τις ανησυχίες μιας νέας γενιάς που κατοικεί σε μεγάλα αστικά κέντρα, εργάζεται πολύ, ψάχνει τον έρωτα και εντέλει αναζητά διαρκώς μια Μόσχα για να μπορέσει να υπάρξει.
H παράσταση ΑΙΝΙΓΜΑ αποτελεί μια ακροβατική-θεατρική περφόρμανς. Με πολύτιμα εργαλεία το θέατρο και τα εναέρια ακροβατικά, τρεις ερμηνευτές φέρνουν στο φως τον μύθο του Οιδίποδα. Ο μύθος, μέσα από μια σύγχρονη σκηνική ανάγνωση, ενημερώνει τη δημιουργική ενασχόληση με καίρια υπαρξιακά ζητήματα.
Όλα ξεκινούν και εξελίσσονται στο ακανθώδες πεδίο του Αινίγματος. Η Σφίγγα αιωρείται συνεχώς, υπενθυμίζοντάς μας τη διαρκή σύγκρουση μεταξύ του χάους και της λογικής, του αμετάβλητου πεπρωμένου και της ανθρώπινης βούλησης, τον επώδυνο δρόμο της αναζήτησης της αλήθειας και της αυτογνωσίας. Η Σφίγγα «βαδίζει» πάνω στα συντρίμμια του Οιδίποδα, εκτός και αν συμβαίνει το αντίθετο. Πάντοτε μέσα στα όρια του Αινίγματος που είναι συνυφασμένο με την ανθρώπινη ύπαρξη. Ποια είναι τα σημερινά Αινίγματα / Σφίγγες που καλούνται να απαντήσουν οι σημερινοί Άνθρωποι / Οιδίποδες; Ποιος γεννάει τα αινίγματα, το «Τέρας» ή ο Άνθρωπος; Η λύση του Αινίγματος είναι λύτρωση ή ύβρις;