Η παράσταση αξιοποιεί ως βασικό άξονα το κορυφαίο βυζαντινό έργο που επιγράφεται Ακολουθία του ανοσίου τραγογένη σπανού. Πρόκειται για μια μοναδική σάτιρα του ύστερου Βυζαντίου σε μορφή εκκλησιαστικής ακολουθίας, που είναι γραμμένη σε δημώδη γλώσσα και παρουσιάζεται για πρώτη φορά. Λογοτεχνικά, η παράδοση του Σπανού φθάνει έως τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ο οποίος είχε συνθέσει μια ομάδα σατιρικών ύμνων.
Μέσα από τη σύμβαση του ενυπνίου η παράσταση είναι ένας ποιητικός στοχασμός για τη μοναξιά και τη δοκιμασία στην έρημο, το ευάλωτο και εύθραυστο του εαυτού, του διαφορετικού ανθρώπου που θεωρείται «μη φυσιολογικός» και στιγματίζεται συλλογικά. Ένας σπανός ταπεινός καλόγερος ζει απομονωμένος σε ένα μοναστήρι. Το καθαρό του πρόσωπο και η ευγένεια τον κάνουν στόχο σε μια ομάδα μοναχών που τον πειράζουν με αστεία και δοκιμάζουν την πίστη του. Ένα βράδυ, ενώ προσεύχεται, κοιμάται. Στον ύπνο του, σε όνειρο, εμφανίζονται τα μέλη της μοναστικής κοινότητας να επιτελούν μια παράξενη λειτουργία ειδικά για αυτόν και μάλιστα τον εξαναγκάζουν να λάβει μέρος. Είναι η ακολουθία για τον σπανό καλόγερο που είναι τόσο διαφορετικός και θεωρείται λειψός από τους υπόλοιπους «κανονικούς» μοναχούς.
Ιστορίες Ελληνίδων από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα -επιμελώς αποσιωπημένες- που αντιστάθηκαν στο παραδοσιακό σχήμα της υποτακτικής συζύγου και νίκησαν. Ιστορίες Ελληνίδων που προσπάθησαν ν’ αντισταθούν και φιμώθηκαν. Γυναίκες που παλεύουν καθημερινά να αποδείξουν την επάρκεια του φύλου τους. Στιγμές από τον αέναο αγώνα της γυναικείας χειραφέτησης που άλλαξαν συνειδήσεις. Από τα μαθήματα οικιακής οικονομίας και τη λαϊκή κουλτούρα που διαμόρφωσαν και συντήρησαν την υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας στο συλλογικό ασυνείδητο, μέχρι την Καλλιρρόη Παρρέν και την Αύρα Θεοδωροπούλου που έθεσαν τις βάσεις του φεμινισμού στη χώρα μας. Τρεις γυναίκες από σκηνής, μας αφηγούνται και αναρωτιούνται μαζί μας: Πώς θα είχε διαμορφωθεί η πραγματικότητα, αν διδασκόμασταν την ιστορία από τα μάτια των γυναικών που κόντρα σε όλα τα στερεότυπα, άφησαν το χέρι και πάτησαν στα πόδια τους;
Η Έκτορος Κάθαρσις είναι η δραματουργική σύνθεση αποσπασμάτων της Ιλιάδας που αφορούν τον ομηρικό ήρωα Έκτορα. Έχουν απομονωθεί οι στίχοι, ετεροαναφορικοί και αυτοαναφορικοί, σχετικά με αυτόν και αποδίδονται με τη μορφή ραψωδιακής αφήγησης, με τη συνοδεία ζωντανής μουσικής. Η μήνις του νικητή ή η ηρωική πορεία του ηττημένου; Το τέλος του Τρωικού πολέμου δεν συμπίπτει με το θάνατο του Αχιλλέα αλλά με τον θάνατο του Έκτορα. Η παράσταση πραγματεύεται την ανάδειξη της οπτικής του ηττημένου, του ατιμασμένου νεκρού, του υπερασπιστή της Τροίας, του αρνητή του πολέμου, του Έκτορα. Τα κυρίαρχα στοιχεία της παράστασης είναι ο ομηρικός λόγος, η ζωντανή πρωτότυπη μουσική, το φυσικό φως και το τοπίο του αρχαίου θεάτρου της Μήλου όπου ο θεατής γίνεται κοινωνός μιας ανεπανάληπτης ραψωδιακής εμπειρίας.
Στο αριστούργημα του Διονυσίου Σολωμού, «Η Γυναίκα της Ζάκυθος», την ιστορία οραματίζεται και αφηγείται ο Διονύσιος Ιερομόναχος και το κύριο πρόσωπο είναι μια γυναίκα υψηλής τάξης, που διακρίνεται για την εξωτερική και εσωτερική της ασχήμια. Απαξιωτική προς τον αγώνα, σκληρή απέναντι στις Μεσολογγίτισσες, γεμάτη φθόνο και μίσος. Τι μπορεί να κρύβεται πίσω από την εκτρωματική αυτή μορφή; Σάτιρα ή και πολιτική αλληγορία; Η Γυναίκα μπορεί να συμβολίζει την εμφύλια Διχόνοια, τις φατρίες και τα προσωπικά συμφέροντα που οδήγησαν την Ελληνική Επανάσταση στον αφανισμό – και που… ακόμα τυραννούν τον τόπο; Ή μήπως είναι και υπαρξιακή αναζήτηση; Η Γυναίκα σαν alter ego του αφηγητή Διονυσίου Ιερομονάχου, σαν alter ego του ίδιου του Σολωμού, καθρεφτίζει την σκοτεινή όψη της ανθρώπινης ψυχής, την άβυσσο της ψυχής του καθενός μας. Την «κόλαση», ενώ παρακεί φωτίζεται αδρά το λιγοστό παραδείσιο φως που εκπέμπουν όσοι εξυψώνονται ηθικά, σαν τους Μεσολογγίτες και, κυρίως, τις Μεσολογγίτισσες. Θα υπάρξει λύτρωση; Όταν τα αποσπάσματα του Σολωμού συναντούν τα ερείπια του Ζακυνθινού κάστρου. Μία σκηνική σύνθεση λέξεων ήχων, σύγχρονης μουσικής, εκκλησιαστικών μουσικών στοιχείων μελισματικού λόγου. Μια σύνθεση, κινήσεων, εικόνων, νοημάτων εμπνευσμένων από το πολύσημο Σολωμικό αριστούργημα.
«Τι είναι ο χρόνος και μπορούμε άραγε ποτέ να τον δαμάσουμε;»
Απ’ αυτό το ερώτημα εκκινεί η παράσταση και αναζητώντας απαντήσεις στρέφεται στον αρχέγονο ελληνικό μύθο του Κρόνου και την κοσμογονική σύγκρουσή του με τον Δία. Ο Κρόνος συμβολίζει τον αδηφάγο χρόνο, που καταβροχθίζει τα παιδιά του οδηγώντας τα στην ανυπαρξία. Την παντοδυναμία του έρχεται ν’ ανατρέψει το μοναδικό παιδί που ξέφυγε της καταστροφικής μανίας του, ο Δίας, σύμβολο και πηγή της «ζωής». Η παράσταση προσεγγίζει τον μύθο ως το διαχρονικό όνειρο εξάλειψης του χρόνου, που μας υπενθυμίζει πως ο χρόνος τελικά μπορεί να νικηθεί εκεί που η ζωή επικρατεί. Ο αφηγηματικός κορμός της παράστασης βασίζεται στη Θεογονία του Ησίοδου και πλαισιώνεται από ορφικούς ύμνους. Μια μουσικοθεατρική περφόρμανς με μία ηθοποιό, έναν μουσικό και πολλά όργανα.
…..ως βλέπων το αόρατο ενεκαρτέρησε…..
Η ΕΞΑΓΩΓΗ εξυμνεί το φως, τη ζωή και το ένστικτο για επιβίωση, μέσα από μια καρτερική πορεία αναζήτησης. Η ΕΞΟΔΟΣ του ανθρώπου προς το φως, η πάλη με τις δυσκολίες του βίου, η ομορφιά και η αγάπη, είναι ένας διαχρονικός ανθρώπινος μουσικός βηματισμός στον χώρο της Δήλου. Προτείνουμε μία ουτοπία που υπήρξε, στο ιερό νησί των αρχαίων, μία ουτοπία σαν ένα ζωντανό ανθρώπινο μουσείο. Τα σπαράγματα του Εζεκιήλ και τα αποσπάσματα από το Βιβλικό κείμενο της Εξόδου, συνδυάζονται με ένα χορικό όπου φωνές, ψαλμοί, ανθρώπων αγωνίζονται να διαβούν «ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου» και να εξέλθουν νικητές στο φως της ζωής. Η κειμενική αυτή «συνήχηση» αποτελεί ένα συμβολικό ορατόριο για την ελπίδα και την καρτερία.
Το μονόπρακτο του Παντελή Πρεβελάκη Μίμος (1928), είναι ένα από τα νεανικά του έργα. Δεν έχει μέχρι σήμερα παρουσιαστεί επί σκηνής, λόγω της ιδιοτυπίας του, που θυμίζει σενάριο της commedia dell’ arte. Εκτυλίσσεται στη διάρκεια του δείπνου ενός εργοστασιάρχη προς τιμή των 18ων γενεθλίων της κόρης του. Καλεσμένος για να τους διασκεδάσει είναι ένας νεαρός μίμος «…σαν τον Αρλεκίνο του Picasso…», όπως λέει ο Πρεβελάκης. Στο λαιμό του κρέμονται τέσσερις μάσκες: μιας πονεμένης γυναίκας, ενός εργάτη, ενός ναύτη κι ενός στρατιώτη. Όλοι οι ρόλοι, μέσα από ένα κρεσέντο θεατρικού οίστρου, διαδοχικά συγχέονται στο παλλόμενο σώμα του, το οποίο γίνεται Οικουμενικό σύμβολο της Επανάστασης, στρεφόμενο εναντίον της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων. Η οργή του οικοδεσπότη δεν φτάνει για να εμποδίσει την εκδήλωση αγνών κι «αδελφικών» συναισθημάτων της κόρης του προς τον μίμο. Η θεατρική αυτή πρόταση, αφενός ανασύρει από τη λήθη ένα σημαντικό κείμενο της νεοελληνικής δραματουργίας, αφετέρου συμβάλει στη θεατρική αποκέντρωση, αφού οι παραστάσεις θα γίνουν στην Κρήτη και λόγω της συνεργασίας επαγγελματιών και ντόπιων εθελοντών.
Μια παράσταση βασισμένη σε αρχαιοελληνικά σπαράγματα. Στη θεατρική λογοτεχνία δεσπόζουν δύο θεματικές, αυτές του Έρωτα και του Θανάτου, που κατά πολλούς είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, με πιο δημοφιλή τη θεματική του Έρωτα, της ζωώδους έλξης μεταξύ δύο προσώπων. Η παράσταση «Έρωτες Θεών» είναι ένας ύμνος στον έρωτα, τον οποίον ήξεραν να τιμούν οι Θεοί και οι ήρωες ως την υπέρτατη ακαταμάχητη δύναμη. Ο θνητός ήρωας εισβάλει στην περιοχή του θείου και ο θεός στην περιοχή του θνητού. Όταν κλείνει το μουσείο εμφανίζονται στον κήπο του αρχαιοελληνικοί θεοί, μυθικά πρόσωπα, τραγικοί ήρωες και ηρωίδες και απαγγέλουν αποσπάσματα αρχαιοελληνικών σπαραγμάτων, επιχειρώντας ένα είδος εξανθρωπισμού μέσα από τα κείμενα αυτά. Η παράσταση ενσωματώνει άριες από όπερες της εποχής μπαρόκ που λειτουργούν ως συνδετικός κρίκος με την αρχαιοελληνική θεματολογία.
Μια περιπλάνηση στο κείμενο του Διονυσίου Σολωμού, ένα μουσικό έργο στο Ανάμεσα του τραγουδιού και της κενής σιωπής. Το ποιητικό σώμα του Σολωμού φανερώνεται να θέλει και να μπορεί να αποφύγει τη συντριβή με την οδύνη των λέξεων του που δεν δύνανται να υποστηρίξουν τον εαυτό τους, ριγμένες στο Ανάμεσα, και μένοντας εκεί ακροβατώντας… Ο Σολωμός έχει σπαράγματα λέξεων, και ένα έργο επικινδυνότατο, το οποίο επιτελεί στο Ανάμεσα του τραγουδιού και της κενής σιωπής (Στέφανος Ροζάνης)…. Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, αυθύπαρκτα λουλούδια που συνθέτουν ένα ποιητικό αριστούργημα γεμάτο ρωγμές – από όπου ξεπηδάει η ψυχή του ποιητή και μας οδηγεί στα ουσιώδη της ύπαρξης. Το αλωνάκι, η πεταλούδα, το σκουληκάκι, η μάνα, ο πολεμιστής, η απόφαση, η αγάπη για ζωή, η ανάγκη για ελευθερία. Ο μικρός τόπος, η μικρή κίνηση, η προσωπική στάση νοηματοδοτούν το πέρασμά μας, υμνούν το εφήμερο, διαμορφώνουν το όλον.
Δύο βυζαντινά χρονογραφήματα, υψηλής λογοτεχνικής αξίας, αφηγηματικής παραστατικότητας και εσωτερικής έντασης, βρίσκονται στον πυρήνα της παράστασης/performance για τέσσερις ηθοποιούς και έναν χορευτή. Αντλώντας ελεύθερα υλικό από Τα χρονικά των αλώσεων της Θεσσαλονίκης (Άγρα, Αθήνα 2010) η παράσταση δραματοποιεί επιλεγμένα αποσπάσματα από τις προσωπικές αυτοβιογραφικές ιστορικές αφηγήσεις του ιερέα Ιωάννη Καμινιάτη και του επίσης ιερέα Ιωάννη Αναγνώστη. Αυτόπτες μάρτυρες, με διαφορετικό βαθμό εμπλοκής, στην άλωση της Θεσσαλονίκης το 904 μ.Χ. από Σαρακηνούς πειρατές, ο πρώτος, στην άλωση του 1430 μ.Χ. από τους Τούρκους του Μουράτ, ο δεύτερος, αναζήτησαν καταφύγιο στη βάσανο της γραφής. Η παράσταση υιοθετώντας την τεχνοτροπία των «αγγελικών ρήσεων» της αρχαίας ελληνικής Τραγωδίας αλλά και κώδικες ρητορικής ανάγνωσης, δραματοποιεί τη σωματοποίηση της φρίκης του πολέμου, αναδεικνύει την τραγική θεατρικότητα της ιστορικής αφήγησης και με ανθρωπολογικό ενδιαφέρον αντικρίζει κατάματα τη βία της Ιστορίας.