Το διαθεματικό πολυσυλλεκτικό εγχείρημα Καβάφης: 4 ποιήματα για τη Νικόπολη επιχειρεί τη σύνδεση του ποιητικού σύμπαντος του Καβάφη και της σχέσης του με την αρχαιότητα, έτσι όπως αυτή αποκαλύπτεται μέσα από τέσσερα ποιήματα, με τον αρχαιολογικό χώρο της Νικόπολης και της ιστορίας της. Στο πλαίσιο αυτό, η ARTIFACTORY υλοποιεί για το 2021 μια θεματική εμπειρία με έμπνευση το ποίημα του Κ. Π. Καβάφη Το τέλος του Αντωνίου.
Πρωτότυπα έργα στις τέχνες της φωτογραφίας και της μουσικής θα παρουσιαστούν στις 28 και 29 Αυγούστου στον αρχαιολογικό χώρο και στο Ρωμαϊκό Ωδείο της Νικόπολης, πλαισιωμένα από μια ιδιαίτερη θεματική ξενάγηση.
Τα αρχειακά τεκμήρια αποτελούν ευγενική παραχώρηση του Αρχείου Καβάφη του Ιδρύματος Ωνάση.
Ένα κείμενο της κρητικής λογοτεχνίας του 15ου αιώνα. Ο Απόκοπος, δηλαδή ο κατάκοπος, είναι μια αλληγορία σε δεκαπεντασύλλαβο για έναν άνθρωπο που ονειρεύτηκε την κατάβασή του στον Άδη. Εκεί συναντά αγαπημένα πρόσωπα, γονείς και αδέλφια, φρικώδεις νεκρούς, που όλοι έχουν το ίδιο επίμονο ερώτημα: «Μας θυμάται κανείς εκεί πάνω;». Κεντρική μουσική φιγούρα ο μοναδικός γνωστός Έλληνας αναγεννησιακός συνθέτης λόγιας μουσικής Φραγκίσκος Λεονταρίτης, καθώς και Βενετοί συνθέτες της εποχής, όπως ο Joan Ambrosio Dalza, ο Francesco da Milano, ο Franciscus Bossinensis, καθώς και ανώνυμοι από τις συλλογές του Petrucci, σε διασκευές για φλάουτο και κιθάρα. Μια σύγχρονη ραψωδία, μια μουσική σύνθεση ήχων και ανθρώπινων φωνών που δημιουργούν μια συνειρμική απεικόνιση ενός άγνωστου και μυστικού τόπου, πλημμυρισμένου από καταιγιστικά συναισθήματα και τρομερές μνήμες.
Η πιο άγρια «αδικοθανατισμένη» από όλες τις «αδικοθανατισμένες» που συναντάμε στις παραλογές είναι αναμφισβήτητα η «Λυγερή» του Γεφυριού της Άρτας, ή αλλιώς «του Πρωτομάστορα η όμορφη γυναίκα». Εκείνη που ποτέ δεν ρωτήθηκε αν θα δεχόταν να χτιστεί ζωντανή για να στεριώσει το περίφημο γεφύρι. Εκείνη που με δόλο παρασύρθηκε και θυσιάστηκε για το γενικό καλό… Η παραλογή του «Γιοφυριού της Άρτας» γίνεται όχημα για να μιλήσουμε για τα ήθη που αποτυπώνονται σε όλες τις παραλογές και που θέλουν τη γυναίκα να καταπνίγει και να θυσιάζει τις επιθυμίες της, ακόμα και την ίδια τη ζωή της, στον βωμό της οικογένειας, της κοινωνίας, της «τιμής». Ήθη που αφορούν έναν κόσμο σκοτεινό και βίαιο, με αυστηρά καθορισμένους κανόνες και κοινωνικούς ρόλους από τους οποίους κανένα φύλο δεν μπορεί να ξεφύγει. Έναν κόσμο μακρινό, ή μήπως κοντινό μας…
Πόσο σημαντικό είναι για ένα παιδί να κυνηγά τα δικά του όνειρα, κι όχι τα όνειρα που κάνουν οι άλλοι για κείνο; Πόσο θάρρος θέλει κανείς ώστε να παραδεχτεί την ομοιότητά του με τον «εχθρό»;
Δύσκολο να μιλήσει κανείς με ένα παιδί για πολιτική. Δύσκολο να του παρουσιάσει με αντικειμενικότητα την Ιστορία και τις πληγές της. Καμιά φορά όμως, ο αλάνθαστος καθρέφτης ενός μύθου δεν κρύβει, αλλά αποκαλύπτει τα ζητήματα αυτά, πιο ξεκάθαρα και πιο εύπεπτα από ποτέ.
Πρόκειται για μια ιστορία βασισμένη στο μαγευτικό μικρασιατικό παραμύθι «Η μαχαίρα» με κεντρικό θέμα την ιστορία δύο φίλων, ενός πρίγκιπα κι ενός φτωχού, που χωρίστηκαν βίαια και ξανάσμιξαν σ’ ένα ταξίδι αναζήτησης μιας μεγάλης Ιδέας.
Τρεις αφηγητές θα κάνουν ένα ταξίδι στην πολυπολιτισμική Μικρά Ασία παρουσιάζοντας εικόνες σε τρεις ενότητες. Πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την Καταστροφή.
Μια διακειμενική παράσταση εμπνευσμένη από ιστορικά γεγονότα, από τα Ματωμένα χώματα της Διδώς Σωτηρίου και τον Χαμένο παράδεισο – Σμύρνη 1922 του Γκάιλς Μίλτον, καθώς και από μύθους και καταγραφές. Μνήμες και μαρτυρίες πραγματικών προσώπων που έζησαν στη Μικρά Ασία ζωντανεύουν και μας μεταφέρουν στον μαγικό κόσμο της Σμύρνης, εκεί όπου η Ανατολή και η Δύση συνυπάρχουν αρμονικά. Αλλά και στη μετέπειτα τραγωδία. Της Καταστροφής και του διωγμού. Μελωδίες καθώς και ζωντανή μουσική, τραγούδια, κεράσματα του τόπου, συναισθήματα χαράς και πόνου δημιουργούν τον καμβά της μικρασιατικής ιστορίας.
Με εργαλείο τη φαντασία δημιουργείται μια ιστορία για όλη την οικογένεια. Μια φιλειρηνική γιορτή για να γνωρίσουμε τη Σμύρνη και τον μικρασιατικό πολιτισμό.
Ένα έργο που εκτυλίσσεται στην Ελλάδα του 1950 μέσα σε ένα κουπέ τρένου όπου συναντιούνται πρόσφυγες από διάφορες περιοχές της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Καππαδοκίας. Όπως συχνά συμβαίνει στα ταξίδια, οι επιβάτες αρχίζουν να αφηγούνται ιστορίες τόσο από την πατρίδα τους πριν τον ξεριζωμό όσο και από τις περιπέτειες της εγκατάστασής τους στην Ελλάδα.
Μέσα από πρωτότυπα τραγούδια και κείμενα ξεδιπλώνονται έξι ιστορίες ανθρώπων από τις οποίες ξεπροβάλλουν οι μνήμες και η νοσταλγία από την πατρίδα τους πριν τον ξεριζωμό, το περιπετειώδες ταξίδι στην Ελλάδα, τα προβλήματα της προσαρμογής και αφομοίωσής τους στο νέο περιβάλλον, αλλά και το πλήθος των θετικών επιδράσεων που προκάλεσε η έλευση των προσφύγων στην οικονομική και πνευματική ζωή της Ελλάδας.
Ο περιφερόμενος ελεγκτής εισιτηρίων είναι αυτός που μεταφέρει την οπτική των ντόπιων για τους Έλληνες της Ανατολής.
Νήσος Κως, το ταξίδι ξεκινάει το 1890, στη γενέτειρα της σπουδαίας Ελληνίδας Μαρίκας Παπαγκίκα.
Το 1913 ακολουθεί τους γονείς της που μεταναστεύουν στην Αίγυπτο και δύο χρόνια μετά στην Αμερική, όπου εγκαθίσταται και ζει ως το τέλος της ζωής της, το 1943. Στη Νέα Υόρκη αρχίζει η μεγάλη καριέρα της ξεχωριστής αυτής τραγουδίστριας που ηχογράφησε πάνω από διακόσια τραγούδια ελαφρά, σμυρναίικα, δημοτικά και ρεμπέτικα. Η φήμη της εξαπλώνεται και τα τραγούδια της αγαπιούνται μέσα απ’ τους δίσκους της που φτάνουν σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Μια μουσικοθεατρική παράσταση αναφοράς και τιμής στη μυθική Μαρίκα, την πρώτη ανάμεσα στις άλλες σημαντικές Ελληνίδες τραγουδίστριες της Αμερικής που η ζωή και η δημιουργική της πορεία έχουν αποκτήσει διαστάσεις πραγματικού θρύλου.
Πρόκειται για μια παράσταση που συνδυάζει αποσπάσματα από τις Ικέτιδες του Αισχύλου, ιστορικά στοιχεία, μαρτυρίες, παραδοσιακά ακούσματα αλλά και πρωτότυπα κείμενα και τραγούδια, προκειμένου να φωτίσει το έπος της μετεγκατάστασης των νεαρών γυναικών που αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των προσφυγικού πληθυσμού.
Οι νεαρές χήρες, ανύπαντρες και ορφανές Μικρασιάτισσες, στην προσπάθειά τους να διεκδικήσουν την επαγγελματική αλλά και προσωπική «αποκατάστασή» τους στην πατριαρχική Ελλάδα του ’22, γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από άντρες αλλά και ρατσισμού από Ελλαδίτισσες που τις βλέπουν ως αντίζηλες.
Τις αποκαλούν «παστρικές», όχι για να παινέψουν την αγάπη τους για τον καλλωπισμό και την καθαριότητα: εκείνα τα χρόνια στην Ελλάδα οι μόνες που –λόγω επαγγέλματος– πλένονταν συχνά ήταν οι πόρνες. Οι «τίμιες» γυναίκες δεν είχαν ανάγκη να «ξεπλυθούν» από καμιά «ντροπή»…
Η ομάδα Ονειρόδραμα δημιούργησε μια διακειμενική πρότυπη περφόρμανς με τίτλο Ο εφιάλτης της Περσεφόνης #Τσερνόμπιλ για όλη την οικογένεια. Σε ένα ουτοπικό άχρονο περιβάλλον μπορούν όλα να συμβούν, εκεί που η πραγματικότητα μπλέκεται με το φανταστικό, εκεί που το πρόβλημα γίνεται τόσο κρίσιμο και μη αντιμετωπίσιμο, εκεί τότε αρχίζει και λειτουργεί ένας άλλος μηχανισμός αυτοσυντήρησης.
Ο μύθος της Περσεφόνης κατά τον Ομηρικό ύμνο στη Δήμητρα, η ποίηση του Νίκου Γκάτσου, οι πραγματικές μαρτυρίες του Τσερνόμπιλ της νομπελίστριας συγγραφέως Σβετλάνας Αλεξίεβιτς, Τα παιδιά του γαλάζιου πλανήτη του Αντρί Σνερ Μάγκνασον και Ο ύμνος της αγάπης από την επιστολή προς Κορινθίους του Αποστόλου Παύλου αποτελούν την έμπνευση και τα εργαλεία που συνθέτουν τον καμβά για να τεθεί στο επίκεντρο το πρόβλημα της ενεργειακής κρίσης και της κλιματικής και οικολογικής καταστροφής. Η συμμετοχή παιδιών στη δράση αποτελεί το πιο σημαντικό κομμάτι της. Πρόκειται για μια διαμαρτυρία, μια έκκληση και μια απάντηση στους «μεγάλους» που καταστρέφουν το «σπίτι μας», τον πλανήτη Γη.
Το σώμα είναι γη. Κουβαλάει ποτάμια. Οι υδάτινες μάζες τους κινούνται μέσα μας, μας διατρέχουν και μας κινούν. Το νερό δεν είναι άλλο από εμάς. Είναι η πρώτη συγγενής μας και το πρώτο φάρμακο στο οποίο στρεφόμαστε. Όσο δηλητηριάζουμε και εξαντλούμε τους υδάτινους πόρους μας, πώς θα καθαρίζουμε τις πληγές μας;
Η παράσταση Running Dry καλεί τους θεατές σε μια χορευτική περφόρμανς όπου το νερό επιστρέφει ως Ερινύα, ως αρχέγονη ορμή. Οι Ερινύες δεν μπορούν να υπάρξουν ερήμην του άγριου. Αυτό καλούν: το αδάμαστο, υπερασπιζόμενες τα άγρια τοπία της ψυχής. Ερινύα είναι η λειψυδρία, η ξηρασία, η πλημμύρα, η στάθμη της θάλασσας που ανεβαίνει, το ποτάμι που στερεύει, το δέρμα που ζαρώνει. Δεν αποτελεί τιμωρία, αλλά γίνεται γνώση. Τα χορευτικά σώματα επιστρέφουν στο νερό/ την αρχαιότερη άγρια συγγενή τους και μέσω κινητικών κυμάτων, φωνών, εξομολογήσεων και χειρονομιών ξεδιπλώνουν προσωπικούς υδάτινους χάρτες σωματικών μνημών και υφαίνουν έναν κόσμο φωτεινής συνύπαρξης.